Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

#Boxhowl - Έρχεται τον Οκτώβριο!

Όταν έρθουν τα Μεσάνυχτα στο Boxhall, ψίθυροι ακούγονται από την Περιοχή Χ και τα δάση των βουνών Snowcall μέχρι τα στενά και τις Λεωφόρους της πόλης!
Ο Οκτώβρης, μήνας αφιερωμένος στον Τρόμο, έρχεται με ιστορίες που θα σας κάνουν να ουρλιάξετε!
Κάθε Πέμπτη στις 23:59, μια νέα ιστορία τρόμου ξυπνά από τα άδυτα του Boxhall!
Συντονιστείτε στο Boxhowl! 

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2025

Εγκλωβισμένα Βλέμματα


Εκείνος μπήκε στο ασανσέρ από τον 71ο όροφο του κτιρίου Bird, όπου βρισκόταν το δικηγορικό γραφείο του. Έκατσε μέχρι αργά το βράδυ για να κανονίσει την αποδοχή κληρονομιάς της Τζέσικα Στόουν, χήρα του Γουόλτερ Στόουν.
Εκείνη μπήκε στο ασανσέρ από τον 64ο όροφο, μόλις είχε τελειώσει την δουλειά της ως διερμηνέας σε κάποια τηλεφωνική σύσκεψη. 
Σταθήκανε στις αντίθετες γωνίες του ασανσέρ. Με μια πλάγια διακριτική ματιά τον κοίταξε: 42 ετών, με κοντά γκρίζα μαλλιά και γένια 3 ημερών. Φορούσε ένα μπλε κουστούμι, ένα λευκό πουκάμισο και μια κόκκινη γραβάτα. Μόλις την κοίταξε, εκείνη γύρισε κατευθείαν το βλέμμα της. Γύρω στα 35, με ένα μαύρο άνετο φόρεμα, μαλλιά μαύρα καρέ με αφέλειες. 
Τα φώτα τρεμόπαιξαν και με ένα θόρυβο το ασανσέρ σταμάτησε. Εκείνη έβγαλε μια κραυγή φόβου. 


-Είστε καλά; Ρώτησε εκείνος και άνοιξε το φως του κινητού. 
-Ναι ναι, απάντησε φανερά ανήσυχη. 
-Με λένε Στιούαρτ Μπις, δικηγόρος. Μην ανησυχείτε, θα καλέσουμε βοήθεια.
-Νάταλι Χαρτ, χάρηκα. 
Όσο ο Στιούαρτ πατούσε το κουδούνι κινδύνου, η Νάταλι προσπαθούσε να πιάσει σήμα.
-Δυστυχώς δεν μπορώ να πιάσω σήμα, μήπως έχετε εσείς;
Κοίταξε το κινητό του αλλά μάταια. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή απ’έξω. 
-Είναι κάποιος κλεισμένος στο ασανσέρ; 
-Ναι, παρακαλώ φωνάξετε την πυροσβεστική! Είπε όσο πιο δυνατά μπορούσε ο Στιούαρτ. Έπειτα κοίταξε προς την Νάταλι: Μην ανησυχείτε, σε λίγη ώρα θα μας βγάλουν.  
Κάθισαν και πάλι στις δυο αντίθετες γωνίες του ασανσέρ, με μόνο φως αυτό των κινητών. Όμως αυτή την φορά η σιωπή ήταν πιο άβολη. Που και που έριχναν κλεφτές ματιές ο ένας στον άλλον, μα πάντα όταν ήταν να συναντηθούν τα βλέμματα έκαναν πως κοιτάνε το κινητό τους. Κι’ας μην είχαν σήμα ή Ίντερνετ. 
-Δουλεύετε εδώ; Ρώτησε ο Στιούαρτ σπάζοντας την άβολη σιωπή. 
-Όχι, είχα κάποια δουλειά στην BoxInsurance... Εσείς;
-Όπως σας είπα είμαι δικηγόρος, έχω το δικηγορικό γραφείο Bis.Co. στον 71ο όροφο. 
-Α σας έχω ακουστά, είστε από τα καλύτερα δικηγορικά γραφεία του Boxhall.... Ο Στιούαρτ γέλασε αμήχανα. Είστε παντρεμένος; 
-Χωρισμένος…. Εσείς;
-Εγώ ελεύθερη μα…. 
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την φράση της. Το ασανσέρ έκανε μια απότομη κατάβαση και ένα απότομο σταμάτημα με αποτέλεσμα να πετάξει την Νάταλι κατευθείαν στην αγκαλιά του Στιούαρτ…. Τα χείλια τους απείχαν μόλις λίγα χιλιοστά.
-Είστε καλά; Ρώτησε εκείνος με μια βαθιά φωνή. 
-Ναι…. Απάντησε εκείνη….
Οι πόρτες του ασανσέρ άνοιξαν και μια ολόκληρη ομάδα πυροσβεστών βρέθηκε να κοιτάζει το ζευγάρι να φιλιέται παθιασμένα….

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

Επιστροφή από Άδεια


-Είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι, τι είναι αυτά τα πράγματα; Είπε έξαλλη η γυναίκα. 
-Μα κυρία μου, σας είχα δώσει μια λίστα με όλα τα έγγραφα που χρειαζόμαστε. Εσείς δεν μου φέρατε ούτε τα μισά!
-Ε και τι πειράζει; Θα σας φέρω τα υπόλοιπα χαρτιά αργότερα!
-Δυστυχώς εάν δεν έχω όλα τα απαραίτητα έγγραφα, δεν μπορώ να προχωρήσω! 
Η κυρία σηκώθηκε να φύγει έξαλλη.
-Έτσι είστε όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, δεν θέλετε να εξυπηρετήσετε! Είπε κλείνοντας με δύναμη την πόρτα του γραφείου πίσω της. 
Ο Ντάνιελ Ρόου από τα νεύρα του έσπασε το στυλό που κρατούσε στα χέρια του. Ήταν η πρώτη μέρα δουλειάς στον Δήμο του Boxhall και δεν ξεκινούσε καθόλου καλά. Ήταν πεπεισμένος ότι όλοι οι περίεργοι της πόλης περίμεναν να γυρίσει από την άδεια για να παρελάσουν από το γραφείο του. Πήρε ένα μωρομάντιλο και προσπάθησε να βγάλει το μελάνι που είχε λερώσει το χέρι του. Χτύπησε η πόρτα. Ο Ντάνιελ πήρε μια βαθιά ανάσα. Ποιος ήξερε τι τον περιμένει πάλι; 
-Ο καφές σας κύριε Ρόου! Ακούστηκε μια φωνή ενώ άνοιγε η πόρτα.
-Μπράντ! Πέρασε μέσα! Απάντησε ανακουφισμένος ο Ντάνιελ. 
Ο Μπράντ άφησε το καφέ και ένα σοκολατάκι στο γραφείο του.
-Και ένα σοκολατάκι να σε γλυκάνουμε! Μια και επέστρεψες πρώτη μέρα… 
-Ωωω! Ευχαριστώ! Τα χρήματα είναι εδώ, γέμισα το χέρι μου με μελάνι… απολογήθηκε ο Ντάνιελ.
Ο Μπραντ χαμογέλασε ευγενικά και έφυγε. Επιτέλους. Καφές. Τον ανακάτεψε σχεδόν τελετουργικά με το καλαμάκι. Ήπιε μια γουλιά. Ένιωσε κατευθείαν την καφεΐνη να κυλάει σε κάθε νευρικό του κύτταρο. Τα μάτια του άνοιξαν. Τώρα άρχισε η μέρα να γίνεται πολύ καλύτερη. Χαμογέλασε. Ένιωσε πως τώρα μπορεί να αντιμετωπίσει τα πάντα. Με το καθαρό του χέρι άνοιξε το σοκολατάκι να το φάει. Ξετυλίγοντας το, είδε ένα χαρτάκι, είναι από εκείνα που έχουν ένα μήνυμα μέσα. Το άνοιξε και το διάβασε.
«Λερωμένα χέρια αλλά καθαρή ψυχή»
Ο Ντάνιελ Ρόου κοίταξε το χέρι του και πάγωσε.

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025

Γκρίζος ουρανός


Κατέβασε την εφημερίδα The Boxhaller και ήπιε λίγο από τον καφέ του. Κοίταξε από το παράθυρο του καφέ Χρυσάνθεμο που οι πρώτες στάλες βροχής έκαναν την εμφάνιση τους. Οι περαστικοί αρχικά κοίταζαν ψηλά να βεβαιωθούν αν βρέχει και έπειτα έτρεχαν να καλυφθούν.


 Χαμογέλασε με την εικόνα. Σηκώθηκε ίσιωσε το παντελόνι γνήσιο Τζίτζι Ντε Φέρο και πήγε κατευθείαν στο μπαρ να πληρώσει. Έβγαλε από την τσέπη του ένα χαρτονόμισμα, το πέταξε μπροστά στη κοπέλα και έκανε να φύγει.
-Τα ρέστα σας…. Του είπε εκείνη αλλά της έκανε ένα νόημα ότι είναι εντάξει. Μα είναι πάρα πολλά…! Επέμενε η κοπέλα έκπληκτη μα εκείνος δεν έδωσε σημασία. Βγήκε έξω και πήρε μια βαθιά ανάσα. Ακόμα και με τόσο πολλά κτίρια τριγύρω, μπορούσε ακόμα να φτάσει στη  μύτη του η μυρωδιά της βροχής. Λάτρευε αυτή την μυρωδιά. Του έφερνε τόσες πολλές αναμνήσεις. Καθώς δυνάμωνε η βροχή, έβαλε τα χέρια στις τσέπες του και άρχισε να περπατά. Κοίταξε ψηλά τον γκρίζο ουρανό και θυμήθηκε την γειτονιά του Garden που μεγάλωσε: Τα κτίρια δεν είχαν σοβαδιστεί και οι γκρίζοι τσιμεντόλιθοι έπαιρναν χρώμα μονάχα όταν υπήρχαν σχοινιά με απλωμένα ρούχα, χρώματα ξεθωριασμένα από την πολλή χρήση. Όταν βράδιαζε, ο δρόμος γέμιζε με αστέγους και διάφορους dealer, οπότε όλη η οικογένεια κλεινόταν από νωρίς στο σπίτι. 
Σταμάτησε μπροστά από το Πανεπιστήμιο. Το νερό της βροχής έσταζε από τα μαλλιά του στα μάτια του μα δεν έκανε καμιά κίνηση να το τινάξει. Όταν κατάφερε να πάρει υποτροφία για να σπουδάσει στο Χημικό, ήταν ένα μικρό θαύμα. Σε τέτοιες συνθήκες που ζούσαν, θα ήταν ο πρώτος της οικογένειας που θα είχε την ευκαιρία να σπουδάσει, να γίνει κάτι σημαντικό. Εκεί την είχε γνωρίσει, σε κάποια τάξη. Μόλις την είδε να μπαίνει μέσα, έμεινε άναυδος από την ομορφιά της. Με τα μακριά μαύρα μαλλιά της και τα γκρίζα μάτια της, κάθε κίνηση της έμοιαζε αέρινη. Τον πλησίασε και τον ρώτησε αν θα μπορούσε να κάτσει δίπλα του. Δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη εκείνη την στιγμή, απλώς κούνησε καταφατικά το κεφάλι. Με λένε Ελίζα, του είπε. Και κάπως έτσι ξεκίνησε ο πρώτος έρωτας. Μαζί ζήσανε τα πρώτα φιλιά, τους πρώτους περιπάτους πιασμένοι χέρι-χέρι, το άγχος για την πρώτη φορά στο κρεβάτι, τα αναμαλλιασμένα πρωινά και τα πρώτα Σ’ αγαπώ. Δεν μπορούσε να πιστέψει πόσο τυχερός ήταν. Kάπου στο τρίτο έτος αποφάσισε η Ελίζα να δοκιμάσει την τύχη της σαν μοντέλο. Αρχίσαν να γνωρίζουν ανθρώπους της μόδας, να κάνουν παρέα μαζί τους, να βγαίνουν στο Flashway. Εκείνη άρχισε να ανεβαίνει σταδιακά σε φήμη και εκείνος να δουλεύει σε περιοδικό μόδας. Τα χρήματα έγιναν άφθονα αλλά δεν υπήρχε πια χρόνος για το πανεπιστήμιο. Το εγκατέλειψαν. Άλλωστε τα είχαν όλα.
Κάθισε σε ένα παγκάκι με θέα τον ποταμό Riverstone που διαπερνούσε το Boxhall. Κοίταξε τις στάλες της βροχής που χτυπούσαν το νερό. Τα ρούχα του πια είχαν βραχεί τόσο που κολλούσαν στο σώμα του. Η Ελίζα από την πίεση άρχισε να έχει κρίσεις πανικού. Τα βράδια μετά βίας κοιμόταν. Ένιωθε μόνιμα εξαντλημένη. Τον παρακαλούσε να την βοηθήσει κάπως και έκλαιγε. Δεν μπορούσε να την βλέπει έτσι. Αποφάσισε να το κάνει χρησιμοποιώντας τις σπουδές του. Στην αρχή όλα πήγαιναν υπέροχα. Η Ελίζα είχε αρχίσει πάλι να βρίσκει την αυτοπεποίθηση της. Άρχισαν πάλι να βγαίνουν, να ξαναβρίσκουν την ζωή τους. Μέχρι που ένα απόγευμα, η Ελίζα Ντιν έπεσε νεκρή κατά την διάρκεια μιας επίδειξης. 
Είχε δημιουργήσει το Gloire D’ Or. Και η πρώτη του αγάπη ήταν το πρώτο θύμα του.