Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

Boxhowl #5 - Η Αδελφότητα του Τετραγωνισμένου Κύκλου


 

Ήταν άλλη μια βαρετή βραδιά στο εργοτάξιο του Άλαν Τρέντ. Από τότε που αποφάσισε να συνεχίσει η κατασκευή του Apex, το νέο ψηλότερο κτίριο στο Boxhall, ο Σαμ Χάρις είχε προσληφθεί ως νυχτοφύλακας για να προσέχει τον χώρο. Είχε φυσικά ακούσει για τα φαντάσματα, τους μυστηριώδεις θανάτους και τα υπόλοιπα μεταφυσικά που σταμάτησαν την κατασκευή, αλλά δεν τα πίστευε και πολύ αυτά τα πράγματα. Άλλωστε είχε ανάγκη αυτή τη δουλειά, με ένα νεογέννητο μωρό στο σπίτι, τα έξοδα είχαν ανέβει κατακόρυφα. Κοίταξε το ρολόι του. Ήταν 23:57. Ακόμα 6 ώρες μέχρι να σχολάσει. Έβγαλε το τοστάκι του για να φάει και κοίταξε την κάμερα. Η βροχή που έπεφτε πάνω στην λαμαρίνα του κουβουκλίου του, δημιουργούσε έναν μονότονο θόρυβο. Πάλι θα γέμιζε όλο το εργοτάξιο με λάσπη, ευτυχώς που φορούσε γαλότσες. Έριξε άλλη μια ματιά στην κάμερα όταν είδε ότι δεν δείχνει τίποτα. Κοίταξε από το παράθυρο να δει τι συμβαίνει αλλά ξαφνικά και οι λιγοστοί προβολείς έσβησαν. Έβαλε γρήγορα το αδιάβροχο του και άρπαξε τον φακό του. Άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω στη βροχή. Μέσα από το θόρυβο της βροχής που συνεχώς δυνάμωνε άκουσε βαριές αλυσίδες να σέρνονται. Με νευρικές κινήσεις έστρεφε τον φακό του γύρω του, μα τίποτα δεν φαινόταν. Μια αστραπή φώτισε για λίγο το εργοτάξιο. Και ήταν εκεί, μερικές φιγούρες με μαύρους μανδύες και χοντρές αλυσίδες στο λαιμό στέκονταν μερικά μέτρα μακριά του. Έστρεψε τον φακό προς το μέρος τους να δει τα πρόσωπά τους αλλά το φως γύρισε πίσω και τυφλώθηκε. Είναι δίχως άλλο τα φαντάσματα που λέγανε οι ιστορίες, σκέφτηκε.

-Ποιοι είστε; Φώναξε όσο πιο αποφασιστικά μπορούσε. Αλλά το ελαφρύ τραύλισμα της φωνής του πρόδιδε τον φόβο του. Οι φιγούρες δεν απάντησαν. Έβγαλε το όπλο του να τους σημαδέψει αλλά το χέρι του έτρεμε τόσο πολύ, που το όπλο έπεσε μέσα στις λάσπες. Άρχισαν να τον πλησιάζουν απειλητικά. Έκανε βήματα προς τα πίσω, μέχρι που σκόνταψε και έπεσε στο έδαφος. Οι φιγούρες στάθηκαν από πάνω του, φορούσαν μάσκες από καθρέφτη. Στο πρόσωπό τους έβλεπε το δικό του πρόσωπο. Τρομοκρατημένο και γεμάτο λάσπες.

-Σας παρακαλώ… Έχω οικογένεια… παρακάλεσε τραυλίζοντας. 

Ο ένας από αυτούς έβγαλε την χοντρή αλυσίδα από το λαιμό του με αργές κινήσεις. Την πέρασε στον λαιμό του Σαμ.

-Σπάσε τα δεσμά του Κύβου… είπε η φιγούρα ψιθυρίζοντας.

Το ξημέρωμα είχε σταματήσει η βροχή. Ο Τομ Κάρτερ πάρκαρε έξω από το εργοτάξιο του Apex. Πήρε την βάση με τους δυο καφέδες, έναν για εκείνον για να ξυπνήσει πριν πιάσει δουλειά και έναν για τον Σαμ, μετά από την νυχτερινή βάρδια σίγουρα θα τον χρειαζόταν. Βρήκε την πόρτα του εργοταξίου ορθάνοιχτη. Περίεργο. Μπήκε μέσα με αργά βήματα και κοίταξε τριγύρω. Επικρατούσε μια ανατριχιαστική ηρεμία. Γύρισε το κεφάλι του και είδε τον Σαμ πεσμένο μέσα στις λάσπες. Έτρεξε κοντά του. Ήταν νεκρός. Γύρω από τον λαιμό του ήταν μια βαριά αλυσίδα και στο πρόσωπο του είχε μια έκφραση τρόμου. Και στο στήθος του ήταν μια σφραγίδα με έναν κύβο με αλυσίδες που σπάνε.





Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

Boxhowl #4 - Αντανάκλαση

 



H Έβελιν Μπρούκς έκανε δυο βήματα πίσω και τον κοίταξε. Σίγουρα έγερνε λίγο από δεξιά. Πλησίασε, έκανε δυο μικρές διορθωτικές κινήσεις και έπειτα ξανά δυο βήματα πίσω. Τα μάτια της έλαμψαν και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της. Μεγάλος, τετράγωνος, με έναν σκαλιστό μεγάλο Κύβου στην κορυφή και τριγύρω λουλούδια χρυσά. Είχε βρει τον καθρέφτη λίγο νωρίτερα το βράδυ στα σκουπίδια καθώς γύριζε από την δουλειά. Άραγε ποιος να το πέταξε; Λίγη σημασία είχε για εκείνη. Άλλωστε τα σκουπίδια ενός, είναι ο θησαυρός κάποιου άλλου. Έτσι λένε. Το μόνο σίγουρο ήταν πως ήταν ακριβώς αυτό που έλλειπε στον άδειο τοίχο απέναντι από το κρεβάτι της. Κοιτάχτηκε λίγο και γύρισε τα μαύρα της μαλλιά πίσω από τα αυτιά της. Πήρε το ντεμακιγιάζ και άρχισε να ξεβάφεται. Έτριψε δυνατά να φύγει το μολύβι από τα μάτια της όταν είδε από το καθρέφτη μια σκιά να περνάει γρήγορα στο διάδρομο. Έστριψε κατευθείαν το κεφάλι της. Κανείς. Ίσως ήταν παιχνίδι των ματιών από το τρίψιμο. Πήγε στο μπάνιο, άνοιξε το φως και τσέκαρε αν υπάρχει ζεστό νερό. Άρχισε να βγάζει τα ρούχα της αν και ένιωθε λίγο περίεργα. Μπήκε στη μπανιέρα, άνοιξε το καυτό νερό και μπήκε από κάτω. Καθώς ο ατμός απλωνόταν στο μπάνιο, ένιωθε όλη την κούραση της ημέρας να φεύγει. Και όμως κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς. Κοίταξε στο καθρέφτη του μπάνιου, έμοιαζε σαν να καθρεφτίζεται μια σκιά που την παρακολουθεί. Προσπάθησε να δει καλύτερα μέσα από τους ατμούς αλλά με μια απότομη κίνηση χάθηκε. Ήταν οι ατμοί; Δεν μπορούσε να καταλάβει. Βγήκε φανερά ταραγμένη. Έβαλε το μπουρνούζι της και σκούπισε καλά τα μαλλιά της. Έβαλε τις πιτζάμες και τις παντόφλες της. Πήγε στην κουζίνα, έβαλε γάλα με δημητριακά και άρχισε να τρώει. Όμως η αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, υπήρχε ακόμα έντονη. Από την άκρη του ματιού της έβλεπε να καθρεφτίζεται η ίδια σκιά στην πόρτα του ψυγείου και όταν γύριζε να κοιτάξει, η σκιά πηδούσε στο καθρέφτισμα του γυάλινου ντουλαπιού και όταν πάλι γύριζε το βλέμμα της εκεί, πηδούσε στο γυαλί του φούρνου, σε όλες τις επιφάνειες που καθρέφτιζαν. Παράτησε το βραδινό της και πήγε να ξαπλώσει. Στάθηκε μπροστά στο καθρέφτη που είχε κρεμάσει νωρίτερα. Πότε έβγαλε πάλι αυτό το σπυράκι; Πλησίασε πιο κοντά για να δει καλύτερα. Δεν ήταν ακόμα έτοιμο να το σπάσει. Ξαφνικά της ήρθε μια ανατριχίλα. Ένιωσε ότι αυτό που βλέπει στον καθρέφτη, δεν είναι το δικό της είδωλο. Ήταν σίγουρο ότι δεν ήταν αυτή, εκείνη ανοιγόκλεινε τα μάτια της ενώ το είδωλο στο καθρέφτη όχι. Έβγαλε μια κραυγή.
Κατεβάζει τον καθρέφτη από τον τοίχο και όπως ήταν με τις πιτζάμες και τις παντόφλες, κατέβηκε κάτω από το σπίτι της και τον άφησε δίπλα στον σκουπιδοτενεκέ. Δεν ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί του. Μόλις ανέβηκε στο σπίτι της, αυτή η περίεργη αίσθηση που είχε νωρίτερα, είχε φύγει. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και κοίταξε τον άδειο τοίχο. Καλύτερα άδειος, παρά αυτή η συνεχής αίσθηση παρακολούθησης. Άπλωσε το χέρι της να σβήσει το φως και είδε την σκιά να καθρεφτίζεται στο μεταλλικό πορτατίφ.


Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

Boxhowl #3 - Sea Monster





Ήταν ένα παγωμένο βράδυ στο Boxhall. Αλλά ο Ντάνιελ Ρόου δεν μπορούσε να πάει στο σπίτι του σήμερα, τον έπνιγε, ήθελε να περπατήσει. Δεν είχε ιδέα πόσα χιλιόμετρα είχε κάνει μέχρι να φτάσει στο San Marine. Αλλά απόψε ήθελε να βρίσκεται εκεί. Κάθισε σε ένα παγκάκι απέναντι από το μνημείο του Sea Monster και το κοίταξε με ένα κενό βλέμμα. Στεκόταν εκεί ψηλά, φτιαγμένο από σίδερο που είχε οξειδωθεί από την αλμύρα της θάλασσας και ήταν δυο κύματα που σπάνε και από την μέση βγαίνει ένα κοχύλι. Όταν περνούσε από μέσα ο αέρας, έμοιαζε σαν να ακούγεται ο ήχος του πλοίου που χαιρετά το λιμάνι. Μέσα σε αυτό το πλοίο που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς χωρίς να βρεθεί το παραμικρό ούτε από το πλοίο, ούτε από τους επιβάτες, ήταν και η δίδυμη αδερφή του Ντάνιελ. Και σαν σήμερα θα γιόρταζαν μαζί τα γενέθλια τους. 
Αφαιρέθηκε στον ήχο των κυμάτων. Ήταν πολύ δεμένα αδέρφια, μαζί στα πρώτα βήματα, μαζί στο νηπιαγωγείο, μαζί στο σχολείο, μαζί στους πρώτους έρωτες, μαζί στο Δήμο του Boxhall. Μαζί και στο ίδιο σπίτι που τώρα τον έπνιγε η απουσία της. Όμως σήμερα, ημέρα που θα έπρεπε να γιορτάζουν μαζί, ήταν ακόμα πιο αποπνικτικό. Πολλοί στο Boxhall είχαν χάσει φίλους, συγγενείς, γονείς και αδέρφια στο Sea Monster, αλλά ο Ντάνιελ ένιωθε ότι είχε χάσει την μισή ψυχή του. Και κάθε χρόνος που περνούσε, τόσο μεγάλωνε το κενό μέσα του. 
Το κινητό του δονήθηκε. Πήρε μια βαθιά ανάσα και έβγαλε το τηλέφωνο από την τσέπη και κοίταξε το μήνυμα που του ήρθε. 
«Χρόνια Πολλά».
Ο Ντάνιελ κοίταξε τον αποστολέα και πάγωσε. Ήταν από την Γκαμπριέλα.

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2025

Boxhowl #2 - Les Fleurs du Cube


To ανθοπωλείο “Fleurs du Cube” βρισκόταν σε μια γωνία του New Town. Τα λουλούδια που ήταν με προσοχή στολισμένα στο πεζοδρόμιο και κρεμασμένα στη βιτρίνα, πλημμύριζαν όλη την γειτονιά με αρώματα και χρώματα. Παρά το μικρό του μέγεθος, ήταν διάσημο σε ολόκληρο το Boxhall γιατί μπορούσες να βρεις ακόμα και τα πιο σπάνια ή τα πιο περίεργα λουλούδια στον κόσμο και ήταν ανοιχτό μέχρι τα μεσάνυχτα. 


Η Σάρα Ρίβερς έσπρωξε την μικρή ξύλινη κόκκινη πόρτα του Fleurs du Cube και μπήκε βιαστικά. To κουδουνάκι της πόρτας έβγαλε έναν ζωντανό παιχνιδιάρικο ήχο που ακούστηκε σε όλο το ανθοπωλείο. Πήρε μερικές ανάσες. Έτρεχε στον δρόμο γιατί έφταναν τα μεσάνυχτα και σε λίγη ώρα θα έκλεινε. Κοίταξε γύρω της μα μέσα δεν έβλεπε κανέναν. Μονάχα φυτά και λουλούδια σε κάθε γωνιά του μαγαζιού, τόσα πολλά που μετά βίας περνούσαν τα φώτα του δρόμου και νόμιζες ότι ξαφνικά βρέθηκες σε πυκνή βλάστηση.


Έκανε δυο βήματα χαζεύοντας τα λουλούδια δεξιά και αριστερά. Ένας κατιφές επιδείκνυε περήφανα το άνθος του ενώ ακριβώς δίπλα οι πανσέδες έμοιαζαν με πολύχρωμη κουρτίνα. Απέναντι ένα σαρκοφάγο φυτό έκλεινε ανάμεσα στα φύλλα της μια αράχνη που μάταια προσπαθούσε να γλυτώσει. Τα πόδια της που εξέχαν, τρεμόπαιζαν με αγωνία. 

-Μπορώ να σας βοηθήσω; ακούστηκε μια βαθιά φωνή πίσω της και η Σάρα έβγαλε μια κραυγή τρόμου.  Συγνώμη… δεν ήθελα να σας τρομάξω! Ονομάζομαι Μαρσέλ Νουάρ! 

Η Σάρα γύρισε το κεφάλι της και είδε έναν γεράκο γύρω στα 72 στα μαύρα, ψηλό, κοκκαλιάρη, χωρίς μαλλιά και γένια. Τα μάτια του είχαν διαφορετικά χρώματα: Το ένα ήταν καφέ, γεμάτα ζωηράδα και το άλλο γκρι ανοιχτό, έμοιαζε ακίνητο σαν νεκρού. Δίχως άλλο, ήταν γυάλινο. 

-Θα ήθελα κάποιο λουλούδι για δώρο… ψέλλισε η Σάρα. Θεωρείτε ότι αυτός ο κατηφές είναι καλό;

-Πολύ όμορφος όντως… είπε ο κύριος Μαρσέλ και η φωνή του μαλάκωσε. Μόλις μας άνθισε και το χρώμα του είναι πραγματικά εντυπωσιακός… Είσαι πανέμορφος… ψιθύρισε στο λουλούδι και η Σάρα εντυπωσιάστηκε από το πόσο ευγενικός είναι με τα λουλούδια. 

-Ξέρετε, η καλύτερη μου φίλη έχει γενέθλια και αγαπάει ιδιαίτερα τα λουλούδια… 

Ξαφνικά ο κύριος Μαρσέλ πάγωσε. Την κοίταξε βαθιά στα μάτια ερευνητικά. Το γυάλινο μάτι του έμοιαζε σαν να σκαλίζει μέσα της και ένιωσε μια ανατριχίλα να διαπερνάει ολόκληρο το κορμί της. 

-Δεσποινίς μου, αν θέλετε την συμβουλή μου, μπορείτε να της πάρετε κρίνα… είπε με ήρεμη φωνή και χαμογέλασε. 

-Κρίνα; Μα δεν έχουμε κηδεία, γενέθλια έχουμε. 

-Ακούστε την συμβουλή μου. Επιμένω. Ο Κύριος Μαρσέλ χαμογέλασε. Κατευθύνθηκε πιο βαθιά στο μαγαζί και έπιασε μερικά δροσερά κρίνα. Με τα μακριά λεπτά δάχτυλά του έφτιαχνε με περισσή φροντίδα το μπουκέτο σε ένα μωβ περιτύλιγμα και οι κινήσεις του στην λευκή κορδέλα ήταν πολύ λεπτές και προσεχτικές. Το βλέμμα της Σάρας έπεσε στο σαρκοφάγο φυτό που είδε νωρίτερα. Πλέον τα πόδια της αράχνης δεν κουνιόταν. 

-Είστε έτοιμη… είπε ο κύριος Μαρσέλ Νουάρ με ένα πλατύ χαμόγελο. 

Η Σάρα πήρε τα λουλούδια, τον ευχαρίστησε θερμά και βγήκε έξω.  Με γρήγορο βήμα πήγε ως το επόμενο τετράγωνο και έπειτα σταμάτησε. Πήρε δυο βαθιές ανάσες. Τι περίεργη εμπειρία και αυτή. Το τηλέφωνο της χτύπησε και απάντησε:

-Έλα, τώρα θα πάω σπίτι της, πήρες εσύ την τούρτα; Τι; Είναι νεκρή; Ατύχημα; Πότε, πως;

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2025

Boxhowl #1 - To δάσος Shadowood


O Τζόνας Έβανς πέρασε από την πύλη του ψυχιατρικού ασύλου Gardenview εκείνο το ομιχλώδες πρωινό. Κοίταξε το μεγάλο γκρίζο κτίριο να προβάλει καθώς πλησίαζε και του ήρθε μια ανατριχίλα. Πολλά είχαν ακουστεί για αυτό το άσυλο που εκτείνονταν σε 2 τεράστια οικοδομικά τετράγωνα του Garden.  Παρ’ ότι το κτίριο ήταν στην μέση και γύρω γύρω είχε δασάκι, πολλές φορές οι κάτοικοι άκουγαν κραυγές. 

-Ήρθα να δω την Δεσποινίς Λίντια Μπλάκγουντ είπε ο Τζόνας στην υποδοχή. 

-Ναι, παρακαλώ περιμένετε απάντησε αδιάφορα η γυναίκα που φορούσε λευκά. 

Μετά από λίγο έφτασε η Λίντια υποβασταζόμενη. Ήταν ένα 24χρονο κορίτσι, στην ηλικία του Τζόνας, μικροκαμωμένη, με μακριά μαύρα μαλλιά λαδωμένα, γαλάζια μάτια και παρότι το πρόσωπο της ήταν ταλαιπωρημένο, φαινόταν πως ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα. 

-Είστε ο κύριος Έβανς; Ρώτησε η Λίντια και ο Έβανς κούνησε το κεφάλι. Θα θέλατε να βγούμε έξω καλύτερα να τα πούμε; 

Κάθισαν έξω σε ένα παγκάκι μακριά από τον πολύ κόσμο. 

-Μπορείτε να μας αφήσετε λίγο μόνους; Ρώτησε ο Τζόνας την νοσηλεύτρια που την συνόδευε. Η Νοσηλεύτρια στάθηκε πιο μακριά, αλλά χωρίς να τους χάσει από το οπτικό της πεδίο. 

-Έχετε ένα τσιγάρο; Ρώτησε η Λίντια. Ο Τζόνας έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα από την τσέπη του και αφού το άνοιξε, κοίταξε την νοσηλεύτρια για να πάρει την έγκριση. Η Λίντια άναψε το τσιγάρο και αμέσως ζωντάνεψε η ματιά της. 

-Δεσποινίς Μπλάκγουντ, θέλατε να μου πείτε την ιστορία σας για να την δημοσιοποιήσω στο Boxhaller... Έβγαλε από την τσέπη του το μαγνητοφωνάκι και το έβαλε ανάμεσα τους.

-Πρέπει να με σώσετε κύριε Έβανς, δεν είμαι τρελή. Ακόμα και εδώ μέσα συμβαίνει…

-Θέλετε να πάρετε τα πράγματα από την αρχή; Ρώτησε με ηρεμία ο Τζόνας. 


-Ήταν ένα καλοκαιρινό Σαββατόβραδο… Το βλέμμα της Λίντια κατευθείαν καρφώθηκε στο κενό. Είχαμε πάει βόλτα με το αυτοκίνητο με το αγόρι μου… Καταλήξαμε στα όρια της περιοχής Χ και το δάσος του Shadowood. Mας πήρε αγκαλιά ο ύπνος, όταν ξύπνησα από μια περίεργη μυρωδιά. Σαν άνθρακας που καίει. Νόμιζα ότι κάτι συμβαίνει με το αυτοκίνητο και προσπάθησα να ξυπνήσω το αγόρι μου… Αλλά δεν ξυπνούσε με τίποτα. Κοίταξα το ρολόι μου. 3:07. Βγήκα έξω να δω αν καίγεται κάτι στο αυτοκίνητο. Και τότε ένα τεράστιο λευκό φως που ερχόταν από το δάσος με τύφλωσε. Ένα αντικείμενο πετούσε πάνω από το δάσος… 

Ο Τζόνας την κοίταξε με δυσπιστία δεν την διέκοψε όμως. 

-Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να ξυπνάω στο αμάξι ουρλιάζοντας. Το αγόρι μου ξύπνησε τρομαγμένος. Κοίταξα το ρολόι, 3:08. Αποκλείεται να πέρασε μονάχα ένα λεπτό. Ήθελα να φύγουμε κατευθείαν από εκεί. Φεύγοντας παρατήρησα ότι με πονούσε το χέρι μου… Και είχα ένα μαύρο σημάδι… Από τότε έχει συμβεί πολλές φορές… 

Σήκωσε λίγο την μπλούζα της και του έδειξε ένα μαύρο σημάδι.

-Τι πιστεύεις ότι είναι; Ρώτησε ο Τζόνας ενώ παρατηρούσε προσεκτικά το σημάδι.

-Μου κάνουν πειράματα οι εξωγήινοι. Όπως σας είπα, συμβαίνει συνέχεια ακόμα και εδώ που βρίσκομαι. Πρώτα μυρίζω καμένο άνθρακα, έπειτα βλέπω ένα δυνατό φως και όταν συνέρχομαι έχω ένα μαύρο σημάδι κάπου στο σώμα μου…. Πρέπει να γράψεις την ιστορία μου… Ο κόσμος πρέπει να ξέρει…. Όσο μιλούσε η Λίντια, τόσο φαινόταν να χάνει την ψυχραιμία της, μέχρι που την έπιασε πανικός. Η νοσοκόμα που βρισκόταν πιο πέρα, έτρεξε να την πιάσει να επιστρέψει πίσω στο κτίριο. Όμως η Λίντια αντιστεκόταν. 

-Με ακούς; Πρέπει να ξέρουν οι πολίτες του Boxhall ότι είμαστε πειραματόζωα! Όλοι! 

Ο Τζόνας έμεινε σοκαρισμένος μέχρι που έφυγαν από οπτικό του πεδίο. Άναψε ένα τσιγάρο και κάθισε στο παγκάκι. Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγε για εξωγήινους, άλλωστε η περιοχή Χ φημίζεται για τον μεταφυσικό της χαρακτήρα… Αλλά ήταν μονάχα φήμες… Η νοσηλεύτρια που συνόδευε την Λίντια επέστρεψε. 

-Είναι καλά; Ρώτησε γεμάτος αγωνία.

-Ναι ναι, είναι καλά. Τι σας έλεγε; Πάλι για εξωγήινους;  

-Ότι την απαγάγουν ακόμα και εδώ στο Gardenview…. Τι έχετε να πείτε εσείς;

-Ξέρετε… η μυρωδιά που λέει ότι μυρίζει είναι σίγουρα παρενέργεια των φαρμάκων… έπειτα το έντονο φως, είναι οι φακοί από τους φύλακες τα βράδια που περιπολούν στο δάσος… Όσο για τα σημάδια, είδατε, καπνίζει… Καίει η ίδια τον εαυτό της… Ελάτε, πρέπει να φύγετε…

Ο Τζόνας μπήκε στο αυτοκίνητο του. Βγήκε από το Gardenview και πάρκαρε λίγο παρακάτω. Ήταν περίεργο σήμερα… από την μια η Λίντια ήταν πεπεισμένη για όσα λέει, από την άλλη η νοσηλεύτρια του έδωσε μια λογική απάντηση… Ή ήθελε να τον ξεφορτωθεί; Πήρε το μαγνητοφωνάκι και άρχισε να ακούει την συνέντευξη από την αρχή. 

Όπως ήταν απορροφημένος, κάτι περίεργο του ήρθε στην μύτη… Καμένος άνθρακας….