Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

The Box Files #5 - Ποτέ μη λες ποτέ

 


Γράφει: Monica


Η Μόνικα είναι μόνη της στο Μουσείο. Κάποια στιγμή ακούει το ρολόι του τοίχου. Χτυπάει μια φορά. Κοιτάει έξω από το παράθυρο του γραφείου της. Βρέχει πολύ σήμερα. Είναι τόσο ήσυχα αυτή την ώρα στο Μουσείο. Συνήθως της αρέσει να δουλεύει μόνη της . Βέβαια δεν έχει και άλλα ενδιαφέροντα . Γι' αυτό σε κανέναν δεν κάνει εντύπωση ότι είναι μια τα μεσάνυχτα και εκείνη μπορεί να εργάζεται πάνω σε ένα πρότζεκτ όταν σχεδόν όλοι είτε κοιμούνται ,είτε διασκεδάζουν σε κάποιο σπίτι ή σε κάποιο μπαρ. Ποτέ δεν ήθελε πολλά πολλά με κανέναν. Ιδιαίτερα μετά από τα επτά της που ξύπνησε μέσα στο Μουσείο και με ένα σημείωμα στην τσέπη της με σημείωση “ Να διαβαστεί από την αστυνομία” . Οι γονείς της την είχαν εγκαταλείψει και ζητούσαν από την αστυνομία να βρει μια καλή οικογένεια να την μεγαλώσει. Ευτυχώς βρέθηκε ο Πίτερ. Ο ιστορικός της πόλης. Ήταν ο καλύτερος πατέρας που μπορούσε να έχει. Της πέρασε το πάθος του για την ιστορία . Την έπαιρνε μαζί του σε ταξίδια αφού ήταν τόσο διάσημος που τον καλούσαν σε όλα τα μέρη του κόσμου για να μεταδώσει τις γνώσεις του και τις δικές του εκδοχές για σημαντικές στιγμές της ανθρωπότητας. Έτσι σπούδασε και αυτή Ιστορία και της άρεσε να ερευνά τα βαθύτερα αίτια που προκάλεσαν ένα ιστορικό γεγονός. Όλοι την θαύμαζαν για τις γνώσεις της αλλά και για την ιδιαίτερη ομορφιά της. Πράσινα μάτια με καστανόξανθα μαλλιά. Σχεδόν 1.80 . Πολλοί την ήθελαν δίπλα τους αλλά εκείνη προτιμούσε μικρές εφήμερες σχέσεις. Δεν ήθελε να κάνει οικογένεια διότι πάντα είχε την ιδέα ότι ίσως και αυτή κάποια στιγμή εγκατέλειπε το παιδί της όπως οι γονείς της. Ένα δάκρυ κύλησε και μούσκεψε το ανοιχτό βιβλίο. Άρχισε πάλι να διαβάζει. ”Πολλοί κάτοικοι του Boxhall εγκατέλειψαν τα παιδιά τους πριν από τριάντα χρόνια. Ακόμη και σήμερα μυστήριο καλύπτει αυτή την απόφαση τους”. Εδώ και δύο χρόνια ερευνά το συγκεκριμένο θέμα. Όσο μεγαλώνει της γίνεται εμμονή. Έχει πάρει συνεντεύξεις από πολλούς πολίτες που εγκαταλείφθηκαν. Το παράδοξο είναι ότι όλοι έχουν ένα κοινό. Την ηλικία που έμειναν μόνοι τους. Αριθμός επτά. Το τηλέφωνο χτυπάει. “ Καλησπέρα σας κυρία Αndrews . Το πρωί πετάτε για την πόλη Leux. Στης 6.00 το πρωί θα σας πάω στο αεροδρόμιο “ Ήταν ο σοφέρ της. Γύρισε και κοίταξε την βαλίτσα της. Θα πήγαινε για δύο μέρες. Είχε μια πληροφορία που ίσως της έδινε απαντήσεις για την έρευνα της.

Στης 12.00 το μεσημέρι θαύμαζε την θέα από την Κρυστάλλινη Αψίδα. Όλο το Leux στα πόδια της. “ Καλημέρα σας κυρία Andrews. Είμαι το ραντεβού σας” Γύρισε και τον κοίταξε. Ένας ψηλός άνδρας γύρω στα εξήντα με μάτια που το χρώμα τους

της θύμιζε τα δικά της. Πράσινο. Για μια στιγμή ανατρίχιασε και παραπάτησε από την συγκίνηση. Ήταν ο …Όχι ..όχι δεν μπορεί… Ήταν …ο. Ο άντρας την ώρα που την έπιασε για να μην πέσει κάτω της ψιθύρισε “ Γλυκό  μου , αγαπημένο μου κορίτσι !! Εγώ είμαι . Καλά το κατάλαβες ο μπαμπάς σου. “ Την έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά του και την φιλούσε συνέχεια σε όλο το πρόσωπο.” Μπαμπά θα τρελαθώ. Δεν είναι αλήθεια. “ Έκατσαν στην καφετέρια της Αψίδας. Άρχισε να της εξηγεί γιατί εξαφανίστηκαν ή μάλλον ήταν υποχρεωμένοι διότι αυτή ήταν η συμφωνία με το Βoxhall. Ήταν θύματα του Μεγάλου Πολέμου. Έπρεπε να εγκαταλείψουν τον τόπο τους αλλιώς θα πέθαιναν. Τότε κάποιοι στρατιωτικοί μαζί με τον ιστορικό Πίτερ Andrews συγκέντρωναν οικογένειες που τα παιδιά τους ήταν 2 χρονών και μοναχοπαίδια. Ο Πίτερ εξηγούσε ότι θα μείνουν όλες οι οικογένειες στο Βoxhall ,το οποίο είχε ανάγκη από παιδιά . Οι περισσότεροι που ζούσαν εκεί κατά περίεργο τρόπο δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν. Έτσι στην ηλικία των επτά που θα μπορούσαν να θυμούνται τα παιδιά τους γονείς τους και πολλές λεπτομέρειες από την παιδική ηλικία τους θα τα άφηναν και θα έφευγαν. “ Ήταν η δική μας θυσία .Ήταν ο μόνος τρόπος να σε σώσουμε από αυτή την κόλαση. Ο Πίτερ μας στέλνει φωτογραφίες και βίντεο όλα αυτά τα χρόνια. Είμαστε πολύ περήφανοι για σένα. Αυτός κανόνισε να βρεις και την φθαρμένη βιντεοκασέτα με εμένα να στέκομαι εδώ πάνω και να λέω ,ότι αν θέλεις πληροφορίες ψάξε με , με το όνομα Φρανκ Σπένσερ. Θα σε περιμένω εδώ.” Την άφησε επίτηδες στο αποθηκάκι του κήπου του ,όπου ξέρεις ότι φυλάει παλιά αρχεία από την δουλειά. Δεν άντεχε να σε βλέπει να βασανίζεσαι. Σε αγαπάει πολύ. Απλά η συμφωνία είναι αγάπη μου…”. “ Η συμφωνία είναι να μην το μάθει κανείς στο Βoxhall “ . Άκουσε την γνώριμη φωνή του Πίτερ ,ο οποίος συνέχισε “Σ' αγαπώ πολύ. Μπορείς να μείνεις  εδώ πια με τους γονείς σου. Απλά το Βoxhall έχει την ανάγκη να μείνει έτσι όπως είναι. ” . Η Μόνικα δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Τον αγαπούσε πολύ τον Πίτερ. Αλλά πιο πολύ αγαπούσε το Boxhall. Έτσι συμφώνησε να βλέπει τους γονείς της οπότε ήθελε και να συνεχίσει να ζει και να εργάζεται στην πόλη που της έσωσε την ζωή. Είναι το καταφύγιο της και οι γονείς με τον Πίτερ είναι οι σωτήρες της. Ως ιστορικός ξέρει ότι ο πόλεμος είναι η πιο απάνθρωπη πλευρά του ανθρώπινου είδους. Στην ουσία χαίρεται που υπάρχει το Boxhall. Κράτησε το κοινό μυστικό τους . Με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη της ,μετά από μια εβδομάδα από την ανακάλυψη της αλήθειας , κάθεται πάλι στο γραφείο της στο Μουσείο ερευνώντας ένα νέο ιστορικό γεγονός και κοιτάζει από το παράθυρο την βροχή. Κοιτάζει το ρολόι του τοίχου. Είναι μία τα μεσάνυχτα.