Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

The Box Files - Τέλος πρώτου Κύκλου




Ο Πρώτος κύκλος του The Box Files έφτασε στο τέλος του! 
Θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς όλους τους συγγραφείς που αφιέρωσαν τον χρόνο τους και που έβαλαν στην μυθολογία του Boxhall το δικό τους λιθαράκι με τόση αγάπη και φροντίδα!
Μέσα από τις ιστορίες σας, δώσατε νέα πνοή στην πόλη, νέες διαστάσεις, νέα μυστήρια και νέες συγκινήσεις! 
Οι συγγραφείς και οι ιστορίες τους, με σειρά δημοσίευσης είναι:

  1. Miss Offeryn Pibell
  2. Σωτηρία Στυλιανίδου
  3. Bert Li
  4. Cassandra P.
  5. Monica
  6. Z.M.
  7. Eugene Blake
  8. J.L.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω και όλους εσάς τους αναγνώστες που αγκαλιάσατε αυτές τις ιστορίες, τις συζητήσατε, τις μοιραστήκατε και... ζητούσατε την συνέχεια τους!!!!

Και τώρα τι;


Ο Κύβος σχεδιάζει προσεκτικά τα επόμενα λογοτεχνικά events στο Boxhall.. !
Mείνετε συντονισμένοι και αφεθείτε στο κάλεσμα του!!!

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2025

Ο Κύκλος των Χαμένων Κυβιστών


Ήταν ήδη περασμένα Μεσάνυχτα αλλά η Ναντίν δούλευε ακόμα στο γραφείο της.  Μετά το ατύχημα στο πανεπιστήμιο, υπήρχε πάντα προσωπικό στη BoxDynamica από φόβο για την DΞST1NY.  
-Σου έφερα καφέ! Είπε ο Άλαν Πρικ, υπεύθυνος κυβερνοασφαλειας στην BoxDynamica και της άφησε μια κούπα δίπλα της. Η μυρωδιά του ήταν τόσο έντονη που κατευθείαν άνοιξε τα μάτια της. Ήπιε μια γουλιά. 
-Σε ευχαριστώ πολύ… απάντησε χαμογελώντας και τον ακολούθησε με τα μάτια της μέχρι να κάτσει στο γραφείο του. Η αλήθεια είναι ότι ο Άλαν πάντα την διεκδικούσε με πολύ διακριτικό τρόπο, αλλά είχε σχέση με τον Ίθαν. Τώρα που ήταν και πάλι ελεύθερη, υπήρχε πάντα μια ένταση μεταξύ τους αλλά κανείς από τους δυο δεν τολμούσε να κάνει την πρώτη κίνηση. Χάζεψε λίγο τα χαρακτηριστικά του προσώπου του που φωτιζόταν από την οθόνη του υπολογιστή και ήπιε άλλη μια γουλιά από τον καφέ. Αλλά με την άκρη του ματιού της, αντιλήφθηκε μια κίνηση στην οθόνη της. Ένας κώδικας άρχισε να τρέχει και ξαφνικά σε όλες τις οθόνες της BoxDynamica εμφανίστηκε ένα σήμα με έναν κύβο και ένα δέντρο.


-Δεχόμαστε επίθεση! Είναι ο Κύκλος των Χαμένων Κυβιστών! Φώναξε ο Άλαν.
Ξαφνικά άρχισε να επικρατεί πανικός. Όλοι άφησαν οτιδήποτε έκαναν και έκατσαν στον υπολογιστή τους. 
-Όχι, όχι, όχι… μονολογούσε η Ναντίν προσπαθώντας να ανακτήσει τον έλεγχο του υπολογιστή της. Όχι, όχι, όχι… Όχι οι Κυβιστές…
Τίποτα όμως δεν φαινόταν να λειτουργεί. Η επίθεση ήταν τόσο καλά οργανωμένη που δεν άφηνε περιθώρια αντίδρασης από το προσωπικό της BoxDynamica. Και έπειτα από λίγα λεπτά, γύρισαν όλα φυσιολογικά. Η Ναντίν σήκωσε το τηλέφωνο της.
-Κύριε Μπελ; Ελάτε το συντομότερο… Είχαμε επίθεση από τον Κύκλο των Χαμένων Κυβιστών….
Ο Κύκλος των Χαμένων Κυβιστών ήταν μια cyber-cult ομάδα που είχε εμφανιστεί τον τελευταίο καιρό στο Boxhall και πίστευε ότι η πόλη πρέπει να ενστερνιστεί τον Κύβο και το μέλλον. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί στους underground κύκλους κυρίως λόγω των επιθέσεων που είχαν γίνει σε συστημικούς οργανισμούς όπως το χρηματιστήριο και την τράπεζα. Και τώρα, στην BoxDynamica.
Οι πόρτες άνοιξαν απότομα και μπήκε ο Μαξ Μπελ φανερά εκνευρισμένος.
-Θέλω να μου πείτε αμέσως τι ακριβώς ήθελαν και σε τι αρχεία απέκτησαν πρόσβαση.
-Φαίνεται πως ήθελαν πληροφορίες για το project C-365 και την DΞST1NY... είπε ο Άλαν
-Τι κατάφεραν να μάθουν; 
-Τα πάντα….
Μόλις το άκουσε ο Μαξ έκανε μια απότομη κίνηση με το χέρι του και πέταξε κάτω τον υπολογιστή και την οθόνη που καθόταν ο Άλαν.
-Ναντίν, έλα στο γραφείο μου. Άλαν απολύεσαι.

Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

The Box Files #8 - Στη θάλασσα ή στον ουρανό;

 




Γράφει: J.L.



-Καλώς το κορίτσι μου, είπε ο Ντέιβιντ μόλις άκουσε πίσω από τον καναπέ που καθόταν την εξώπορτα να ανοίγει.
- Γεια σου Ντέιβ, αποκρίθηκε η Άνν και η κούραση ήταν φανερή στον τόνο της φωνής της.
Προχώρησε ως το μεγάλο παράθυρο που έπιανε έναν ολόκληρο τοίχο στο καθιστικό. Δεν χορταινε να βλέπει τη θέα που είχε από τον 24ο όροφο από το Metropolitan σε όλο το νότιο κομμάτι του Boxhall μέχρι τη θάλασσα.Οι Ντέιβιντ και Άνν Σάιμον, είχαν εγκατασταθεί πριν δύο μήνες περίπου εδώ, ερχόμενοι από το Innercity κάπου 1000 χιλιόμετρα βόρεια, μετά τη συνταξιοδότηση του Ντέιβιντ από την ομοσπονδιακή υπηρεσία ασφαλείας με το βαθμό του ταξιάρχου.
Η Ανν έχοντας ακόμη μια πενταετία μέχρι τη σύνταξη, πήρε εύκολα μετάθεση για το πανεπιστημιακό νοσοκομείο ψυχικής υγείας του Boxhall ως νοσηλεύτρια, από ένα άσυλο ψυχικά ανιάτων που δούλευε όλα τα χρόνια. Η προοπτική της εγκατάστασης δίπλα στη θάλασσα, σε μια πόλη που πρόσφερε περισσότερα κι από τα πάντα, ήταν μια καλή επιλογή.
Σε δεύτερο γάμο και οι δύο, ήταν μαζί εδώ και 15 χρόνια. Τα παιδιά τους από τους προηγούμενους γάμους είχαν ήδη ενηλικιωθεί και τραβήξει το δρόμο τους.
Γυρνώντας προς τον Ντέιβιντ φάνηκε έντονα το πρόσωπό της σαν να είχε χάσει απότομα κάθε ίχνος σφριγηλοτητας και ζωντάνιας.
- Ανν ; Είσαι καλά; Ο Ντέιβιντ έδειξε ανήσυχος, όσο μπορούσε να φανεί στον ήρεμο και μόνιμα μειλίχιο χαρακτήρα του.
- Ντέιβ, έχω ταραχτεί απίστευτα σήμερα. Το κεφάλι μου είναι να σπάσει.
- Μα τί; Τί συνέβη; Εσύ έχεις συνηθίσει να αντιμετωπίζεις με ηρεμία πολλά δύσκολα περιστατικά τόσα χρόνια.
- Ντέιβ, θυμάσαι την πρώτη βραδιά που ήρθαμε στην πόλη πριν 2 μήνες και μείναμε σε εκείνο το μικρό ξενοδοχείο στο Palm beach ;
- Φυσικά, στο δωμάτιο 2 του Sunshine rooms με εκείνον τον ολίγον δουλοπρεπή ιδιοκτήτη τον Ντάνιελ Μπριγκς.
Η μνήμη του Ντέιβιντ και η ικανότητά του να συγκρατεί ονόματα και λεπτομέρειες - φαινομενικά αδιάφορες - ήταν παροιμιώδης από τα σχολικά του χρόνια. Κάτι που του χρησίμευσε στο έπακρο στην μετέπειτα καριέρα του.
- Και λοιπόν; Τί σχέση έχει το Sunshine rooms με την τρομερή ταραχή σου κορίτσι μου;
- Θυμάσαι που ακούσαμε κάποια βιολονίστρια που έπαιζε βιολί φαλτσάροντας συνεχώς; συνέχισε η Άνν που τώρα είχε καθίσει στο μπράτσο του καναπέ, προσπαθώντας να ηρεμήσει.
- Ναι καλή μου. Η κα Μαρία Γκουτμαν που έπαιζε το βαλς νο2 του Σοστακόβιτς. Μας έδωσε και δωρεάν εισιτήρια ο κύριος Μπριγκς όταν κάναμε παράπονα για φασαρία εκείνο το βράδυ, αλλά δεν πήγαμε γιατί είχες εφημερία εκείνο τη βραδιά της εκδήλωσης. Και λοιπόν;
- Αχ Ντέιβ, Αχ Ντέιβ ! του είπε χαμηλόφωνα η Άνν πιάνοντας με το ένα χέρι το μέτωπό της.
Το πρωί έφεραν την κα Γκουτμαν στην πτέρυγά μας με έντονη κρίση και παραληρηματική συμπεριφορά !
- Ανν, εσύ το έχεις πει ότι οι καλλιτέχνες είναι επιρρεπείς σε ψυχολογικές διαταραχές κάθε είδους. Κρίμα πάντως η καημένη η κοπέλα.
- Δεν είναι κοπέλα Ντέιβ. 62 έγραφε ο φάκελός της. Και το θέμα δεν είναι έτσι απλό. Όταν την έφεραν φώναζε επανειλημμένα: "Στη θάλασσα ή στον ουρανό; Στη θάλασσα ή στον ουρανό;" με τις κόρες των ματιών της φανερά διεσταλμένες. Της έκαναν τις προβλεπόμενες ηρεμιστικές ενέσεις και όταν μπήκα να την τακτοποιήσω στο δωμάτιο είχε πια ησυχάσει και μου ζήτησε να την ακούσω.
- Δεν είναι πρωτόγνωρο κάτι τέτοιο γλυκιά μου. Πόσοι και πόσοι δεν σου έχουν πει ένα σωρό ιστορίες μεταξύ αλήθειας και φαντασίας άλλωστε.
- Ντέιβ η κυρία Γκουτμαν δεν ξέρω αν μίλησε για κάτι φανταστικό ή όντως είναι αλήθεια. Μου είπε ότι ένα βράδυ που έκανε πρόβα το συγκεκριμένο κομμάτι στο σπίτι της κάπου εδώ στο Metropolitan άκουσε στο κεφάλι της φωνές. Όχι έντονες αλλά ξεκάθαρα: "στη θάλασσα ή στον ουρανό;" Σε επόμενη πρόβα στα παρασκήνια του Μεγάρου Box οι φωνές ήταν πιο δυνατές. Και όταν σκέφτηκε να παίξει δοκιμαστικά στην προκυμαία στο palm beach η ένταση ήταν αφόρητη. Όσο πιο κοντά στη θάλασσα, τόσο μεγαλύτερη η ένταση. Έκλεισε δωμάτιο εκείνο το βράδυ στο Sunshine rooms να κάνει πρόβα απρόσκοπτα και να συγκεντρωθεί. Τότε ήταν που διέκρινε μέσα στις πολλές φωνές, τη φωνή της καλύτερης φίλης της και συμμαθήτριάς της στο μουσικό πανεπιστήμιο Νταϊάν Μπιτ, μέλος της ορχήστρας του κρουαζιερόπλοιου Sea Monster που χάθηκε κάτω από άγνωστες συνθήκες. Το βαλς νο2 του Σοστακόβιτς ήταν το αγαπημένο κομμάτι της Νταϊάν.






- Αηδίες ! Μπούρδες ! Κλασική περίπτωση σχιζοφρένειας ! Φώναξε με πρωτοφανή ένταση ο Ντέιβιντ την ώρα που πεταγόταν σαν ελατήριο από τον καναπέ.
- Μα Ντέιβ, μην καταδικάζεις έτσι αμέσως μια γλυκύτατη κυρία, μια ασθενή στο τέλος τέλος. Εμένα πάντως αυτή η εμμονή της με τις φωνές και με το χαμένο κρουαζιερόπλοιο νομίζω ότι μπορεί να μην είναι και εντελώς τυχαίο.
- Όχι, όχι, όχι ! Ανν σε παρακαλώ. Ο φάκελος της εξαφάνισης του πλοίου έχει και επισήμως κλείσει από κάθε άποψη.
Η Ανν που είχε ανακτήσει κατά πολύ την αυτοκυριαρχία της έβλεπε ένα Ντέιβιντ να βηματίζει ασύγχρονα και σπασμωδικά από τη μια άκρη του δωματίου στην άλλη επαναλαμβάνοντας "η υπόθεση έχει κλείσει", "όχι, όχι", "η γυναίκα είναι σχιζοφρενής ολότελα" χτυπώντας τα χέρια του στους μηρούς του.
Ήταν ήδη απίστευτα κουρασμένη και σωματικά και ψυχικά για να δώσει συνέχεια σε αυτή την τόσο παράξενη μέρα. Προτίμησε να κάνει ένα ζεστό ντουζ και να αποσυρθεί στο υπνοδωμάτιο από τις 8. Θα κοιμόταν να συνέλθει. Και θα άφηνε και τον Ντέιβ να συνέλθει από την πραγματικά περίεργη έξαψη που του συνέβη απόψε.

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2025

Τα Ηλιοτρόπια


H Μάρθα Κάλαχαν κοίταξε από το παράθυρο και ήπιε λίγο από τον καφέ της. Οι δρόμοι ήταν λουσμένοι με ήλιο αλλά το βλέμμα της ήταν κενό. Εδώ και μήνες  επικρατούσε ησυχία στο σπίτι. Με τον σύζυγο της, τον Τζορτζ, λέγανε πια λίγες κουβέντες: Αν φάγανε, αν χρειάζεται κάτι το σπίτι, και έπειτα σιωπή. Ακόμα και το τηλέφωνο είχε σιγήσει. Δεν τους καλούσε πια κανείς για να πάνε σε σουαρέ, ούτε σε κάποια φιλανθρωπική εκδήλωση. Δεν έβγαιναν πια κάθε Σάββατο για φαγητό στο Μωβ Κοχύλι, ούτε πήγαιναν πια στις συναντήσεις της Λέσχης Ανάγνωσης στο καφέ Χρυσάνθεμο. Η Μάρθα αποφάσισε να παραιτηθεί από καθηγήτρια φιλολογίας στο σχολείο που δίδασκε, ο Τζορτζ από την άλλη – και αυτός φιλόλογος – αποφάσισε να συνεχίσει να διδάσκει. Σε έναν χρόνο θα έπαιρνε σύνταξη, αλλά το κυριότερο είναι ότι θα μπορούσε έστω και για λίγο να ξεχαστεί. Αλλά η Μάρθα όχι, δεν ήθελε να ξεχάσει ποτέ. 
-Είσαι έτοιμη να φύγουμε; Ρώτησε ο Τζορτζ. Η Μάρθα έγνεψε καταφατικά και πήρε ένα μπουκέτο ηλιοτρόπια που είχε αγοράσει από το ανθοπωλείο “Les Fleurs Du Cube” στο New Town νωρίτερα. 
Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να κλείσει το ραδιόφωνο. Δεν ήθελε να ακούγεται τίποτα στα αυτιά της. Ακόμα και η φασαρία στους δρόμους του Boxhall έμοιαζε να μην μπορεί να διαπεράσει το μονότονο βουητό του αυτοκινήτου. Ακόμα και το φοβερό μποτιλιάρισμα δεν φαινόταν να ενοχλούσε τον Τζορτζ, πατούσε ατάραχα πότε γκάζι και πότε φρένο ενώ η Μάρθα κοιτούσε με το ίδιο κενό βλέμμα από το παράθυρο. Μόλις φτάσανε στο προορισμό τους, πήρε τα ηλιοτρόπια στην αγκαλιά της.
-Σε πειράζει να περιμένεις εδώ; Ρώτησε η Μάρθα.
-Δεν πειράζει αγάπη μου, πήγαινε. 
Η Μάρθα κατέβηκε και στάθηκε για λίγο στην τεράστια πύλη του νεκροταφείου στο Plain Fields. Τα θεόρατα λευκά μάρμαρα αντανακλούσαν το καλοκαιρινό φως ενώ στην κορυφή, τα αγάλματα από δύο αγγέλους που κρατάνε μαζί έναν μεγάλο Κύβο, κοιτούσαν κάτω κατευθείαν την Μάρθα. Άνοιξε την βαριά σιδερένια πόρτα και μπήκε μέσα. 

Τα ψηλά δέντρα έδιναν δροσιά σε μια τόσο ζεστή μέρα και όμως ήταν μόνη σε ολόκληρο το νεκροταφείο. Κοντοστάθηκε σε μια μαρμάρινη πλάκα και έβαλε τα κλάματα.
-Έφερα τα αγαπημένα σου λουλούδια… Δεν σε ξέχασα… δεν μπορώ να ξεχάσω…κάθε μέρα που σου έλεγα πόσο ντρέπομαι για σένα… και τώρα λείπεις… μου λείπεις… τώρα μονάχα σιωπή… σιωπή και ντροπή… ντροπή  και ενοχές… Δεν ήσουν ποτέ δειλός… εγώ ήμουν… Συγχωρέσε με…
Έβαλε τα ηλιοτρόπια στον τάφο. Έβγαλε από την τσάντα της ένα όπλο. To έβαλε στο κεφάλι της. 
Το αίμα πετάχτηκε στην επιγραφή του τάφου: Ρέι Κάλαχαν.

Κυριακή 17 Αυγούστου 2025

The Box Files #7 - Ένοχος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου




Γράφει: Eugene Blake


 Κλάγκ! Η σιδερένια πόρτα έκλεισε πίσω του.

Ο Τζό Μπαρίλα κοίταξε γύρω του. Το κελί ήταν μικρό με ένα ξύλινο πάγκο για κρεββάτι και ενα λεπτό στρώμα πάνω του. Δεν ήταν η πρώτη του φορά στη στενή αλλά ήταν η πρώτη φορά στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Garden στο  Boxhall.

Άφησε την κουβέρτα στην άκρη του κρεββατιού και κάθησε. Η φήμη αυτής της φυλακής ξεπερνούσε τα σύνορα του Boxhall. Όποιος έμπαινε εκεί δεν έβγαινε ζωντανός. Μερικές φορές δεν έβγαινε ούτε νεκρός! Απλώς εξαφανιζόταν..

Οι ιστορίες οργίαζαν για τα σημεία και τέρατα που συνέβαιναν εκεί. Ιστορίες των τροφίμων και φήμες που πλανόνταν στην πόλη.

Ο Μπαρίλα χασμουρήθηκε . Δεν ήταν ο τύπος που τρόμαζε εύκολα. Μπαινόβγαινε στις φυλακές από τα 20 του χρόνια και πλησίαζε πια τα 40. Ναρκωτικά , μαστρωπία , λαθραία ήταν μερικά από τα πεδία των δραστηριοτήτων του αυτή τη φορά όμως ήταν μέσα για φόνο.

Καταδικάστηκε για το φόνο του Πέπε Μεντόζα, του μπράβου της νύχτας . Και αυτή τη φορά ήταν αθώος! Τον παγιδεύσανε , τον πιάσανε κορόιδο και τον τυλίξανε, με συνοπτικές διαδικασίες ,σε μια κόλλα χαρτί σα να ήταν πρωτάρης .

Ο δικηγόρος του αποδείχτηκε άχρηστος . Ή μήπως ήταν κι αυτός στο κόλπο? Μήπως τα έπιασε χοντρά για να καλύψει τον πραγματικό ένοχο? Πολλοί ήταν αυτοί που θα ήθελαν το Πέπε νεκρό.Αλλά ο Τζο υποψιαζόταν ότι ίσως να τον έφαγαν από μέσα, οι δικοί του, τα «φιλαράκια» του. Και κάποιος διάλεξε αυτόν για να του τα φορτώσει.

Ο Τζό είχε πάει εκεί με το φορτηγάκι του για να παραλάβει μια παρτίδα «μαύρης» που όπως συνήθως την αφήνανε στην αποθήκη. Έμοιαζε  να είναι μια συνηθισμένη δουλειά που πολλές φορές είχε κάνει.

Όταν έφτασε , θα ήταν κατά τις 4 το πρωί, το πακέτο δεν ήταν εκεί. Αντιθέτως ο Πέπε κείτονταν στο πάτωμα της αποθήκης, μέσα σε μια λίμνη αίματος , γαζωμένος  από δεκάδες σφαίρες.

Ο Τζο μυρίστηκε παγίδα . Μπήκε στο φορτηγάκι του και πάτησε τέρμα το γκάζι. Οι ρόδες σπίνιαραν μα δεν πρόλαβε να αναπτύξει ταχύτητα. Δύο αστυνομικά αυτοκίνητα του έκλειναν το δρόμο. Στο πορτ μπαγκάζ βρήκαν το όπλο του εγκλήματος που είχε επάνω τα δακτυλικά του αποτυπώματα . Και ξέρει πώς έγινε αυτό. Την προηγούμενη είχε πάει στο σκοπευτήριο για προπόνηση. Κάποιος πήρε το όπλο που χρησιμοποίησε και σκότωσε με αυτό τον Πέπε. Κι όταν μπήκε μέσα στην αποθήκη του το φύτεψε στο αυτοκίνητο. Πρέπει να ήταν εκεί κοντά ακόμα. Ισως και να τον έβλεπε κρυμμένος εκεί γύρω την ώρα που οι ασυνομικοί του περνούσαν χειροπέδες.

Κοίταξε μέσα από την καγκελένια πόρτα τον διάδρομο από όπου περνούσε ο δεσμοφύλακας κοιτώντας με ένα αδιόρατο χαμόγελο τους κρατούμενους.

Στάθηκε μπροστά στο κελί του Τζο.

-Βρε βρε, φρέσκο πράμα, είπε. Και στριφογύρισε το γκλομπ στο χέρι του.

Ο Τζο κοίταξε στο πάτωμα. Το τελευταίο που ήθελε τώρα ήταν να ανοίξει κουβέντα με τον δεσμοφύλακα.

-Να με κοιτάς όταν σου μιλάω ,καθίκι, μ’ ακούς? Κάτι αγοράκια σαν και σένα εγώ τα τρώω για πρωινό.

Το βλέμμα του Τζο έπεσε βαριεστημένο επάνω του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγε απειλές αυτού του τύπου.

-Η ζωή σου εξαρτάται από μένα καθίκι . Να το ξέρεις είπε ο δεσμοφύλακας. Είσαι καινούριος ,θα μάθεις. Και όσο πιο γρήγορα , τόσο το καλύτερο για σένα.            Χαμογέλασε και αποκάλυψε μια σειρά τετράγωνα αλογίσια δόντια.

Δεν ήταν αυτός το πρόβλημα του Τζο. Για την ώρα τουλάχιστον.  Έπρεπε να βρει ποιος τον έχωσε μέσα. Και να τον κάνει να πληρώσει.Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. Έτσι δε λένε? Είχε ανθρώπους έξω που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν και είχε όλον τον χρόνο μπροστά του διαθέσιμο να σκεφτεί, να βάλει τα κομμάτια του παζλ στη θέση τους και να βρει τον ένοχο. Είχε ήδη υποψίες. Άνθρωποι με τους οποίους είχε προηγούμενα. Δεν ήταν και λίγοι. Και έφταναν μέχρι την κορυφή.

Θα τους έβρισκε. ΄Ετριξε τα δόντια του. Όχι όμως απόψε.

Απόψε θα κουκουλωνόταν με την κουβέρτα του, την πρώτη του νύχτα στο κελί 144 του σωφρονιστικού καταστήματος του Boxhall και ίσως να τον έπαιρνε και ο ύπνος.

 


Πέμπτη 14 Αυγούστου 2025

Το μήνυμα των κυμάτων


To ελαφρύ δροσερό αεράκι είχε κατεβάσει τις υψηλές θερμοκρασίες στο Boxhall και ο Ντάνιελ Ρόου απολάμβανε την θάλασσα στο Palm Beach. Έβαλε την μάσκα του και έκανε μια βουτιά για να εξερευνήσει τον βυθό. Τα ψάρια φεύγαν τρομαγμένα και μπορούσε να δει στην άμμο την σκιά από τον ελαφρύ κυματισμό της θάλασσας. Τίποτα όμως ενδιαφέρον. Ανεβαίνοντας στην επιφάνεια, πήγε να βγει το μαύρο μαγιό του, αλλά με μια γρήγορη κίνηση το σήκωσε. Τίναξε τα μαλλιά του και κοίταξε τα δάχτυλά του που είχαν μουλιάσει. Ήταν η ώρα να βγει, άλλωστε είχε πεινάσει κιόλας. Άρχισε να περπατάει σιγά σιγά προς τα έξω όταν στην άκρη του ματιού του κάτι του τράβηξε την προσοχή. Ένα γυάλινο μπουκάλι που το κύμα και το αεράκι έφερνε προς το μέρος του. Καθώς πλησίαζε είδε πως μέσα στο μπουκάλι υπήρχε ένα χαρτί.


Τα μάτια του έλαμψαν. Στον βυθό έψαχνε κάτι ενδιαφέρον, στην επιφάνεια το βρήκε. Το άρπαξε και βγήκε γρήγορα από την θάλασσα. Πήγε στην ξαπλώστρα του και επεξεργάστηκε το μπουκάλι. Ευτυχώς δεν είχε περάσει νερό μέσα και το χαρτί είχε κιτρινίσει λίγο από τον ήλιο. Ποιος ξέρει πόσο καιρό ταξίδευε στη θάλασσα.  Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Άνοιξε το μπουκάλι με προσοχή , έβγαλε με αρκετή προσπάθεια το χαρτί και το άνοιξε να δει τι γράφει.

«Χμμ.. Μαύρο μαγιό…καλή επιλογή…»

Ο Ντάνιελ κοίταξε το μαγιό του και πάγωσε.

Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

The Box Files #6 - 11'



Γράφει: Ζ.Μ.




Η πόλη μυρίζει γκρίζο. Λάμπει με χίλια χρώματα, αλλά μυρίζει γκρίζο. Γκρίζο πηχτό, μουντό, σαν γκρίζα απάτη. Εισπνέω μέχρι το γκρίζο να ποτίσει και το τελευταίο κύτταρο μου. 
Η γκρίζα σκιά, τετράγωνη, τέλεια. 17:21. Είναι η ώρα που η σκιά Του ευθυγραμμίζεται ακριβώς με το περίγραμμα της αυλής. Της αυλής που έπαιζα μικρός. Της αυλής του σπιτιού που μεγάλωσα. Τώρα είναι οικόπεδο, γεμάτο σκουπίδια, σπασμένα μπουκάλια, σύριγγες και αδιαφορία. Ένα άδειο τετράγωνο. Μια αγκαλιά. Μια φυλακή. Άυλη μα υπαρκτή. Βαριά σαν την σκιά που την σκεπάζει. Μέσα σ’ αυτή τη σκιά γεννήθηκα και μεγάλωσα. Τετράγωνο σπίτι. Τετράγωνη ασφάλεια. Τετράγωνος τρόμος. Τετράγωνη χαρά. Τετράγωνος πόνος. Αρμονία. 


Η υστερία ήρθε αργότερα. Μετά που το τετράγωνο σπίτι παραδόθηκε στις φλόγες. Μετά τις ατέλειωτες οικογένειες που με μεγάλωσαν. Μετά τα μουντά χρόνια στο Πανεπιστήμιο που δίδασκα στο Τμήμα Ψυχολογίας, Χωρική Ικανότητα, Ψυχογεωμετρία και Νευροανάλυση Αντιληπτικών Σχημάτων. Μετά που το έχασα κι αυτό, όταν καταργήθηκε η έδρα μου ως παρωχημένη. 

Η πραγματική υστερία ήρθε αργότερα, στην τρίτη βελτίωση που ολοκλήρωσα. Ένα πραγματικό κυβικό έργο τέχνης. Τότε ήταν που ο τρόμος απλώθηκε στο Boxhall σαν ιός. Εγώ ήμουν ο τρόμος, εγώ ο ιός, εγώ το μίασμα. Κι όμως, εγώ ήμουν το όριο. Ήμουν το πλαίσιο. Ήμουν η τάξη. Ήμουν ο σωτήρας. 

Η πρώτη βελτίωση που επιχείρησα, ήταν εκείνος ο ηλίθιος λέκτορας, ο Dick Mezinki. Ετοίμαζε μια διάλεξη πάνω στην Καμπύλωση του Χωροχρόνου, όταν γύρεψα να τον συναντήσω στο γραφείο του. Προσπάθησα με υπομονή και καλή θέληση να του εξηγήσω πως ο Χωρόχρονος είναι κυβικός. Ορθές γωνίες. Όμοιες έδρες. Ίσες ακμές. Απόλυτος. Ανελέητος. Δεν με άκουσε. Με χλεύασε μάλιστα. Τον βρήκαν το άλλο πρωί σε 27 τέλεια κυβικά κομμάτια σάρκας, προσεκτικά τοποθετημένα ώστε να σχηματίζουν έναν τέλειο κύβο. Κανείς ωστόσο δεν φάνηκε να το εκτιμά. Έργο παράφρονα είπαν. Δεν κατάλαβαν. Παραφροσύνη είναι το χάος. Εγώ είμαι η Δομή. 

Η δεύτερη βελτίωση, ο Filip Summer,  ένας σαχλός ντιζάινερ που είχε το θράσος να λανσάρει την «Σφαιρική Βιβλιοθήκη», ομολογώ πως έκανε αίσθηση, έτσι όπως υποδέχτηκε το κοινό στα εγκαίνια της έκθεσής του, κυβοτισμένος. Ένα τέλειο κυβικό, ανθρώπινο οριγκάμι. 

Ωστόσο, η τρίτη μου βελτίωση, το Magnum Opus μου, ήταν αυτή που πραγματικά τάραξε τα νερά. Ήταν στα αποκαλυπτήρια της προτομής του Leo De Stino, του ιδρυτή της πόλης, την υλοποίηση της οποίας είχε αναλάβει η διάσημη (χα!) γλύπτρια της μόδας, η Jinny Barthlow, η δημιουργός της τάσης Curved Abstract. 

Μπάντες παιάνιζαν κι ο κόσμος χόρευε χορούς κυκλωτικούς, παιδιά έτρεχαν τρώγοντας ζαχαρωτά μήλα, μπαλόνια πετούσαν στον ουρανό και ζευγαράκια ερωτεύονταν χαζεύοντας την πόλη από ψηλά, στην ρόδα του λούνα παρκ που είχε στηθεί για τη γιορτή. Όταν το βελούδινο ύφασμα τραβήχτηκε για να θαυμάσουν το έργο, βρέθηκαν να τους κοιτά η ρευστοποιημένη δημιουργός του –ή ότι απέμεινε από αυτή- μέσα από ένα τέλειο, διάφανο, κυβικό δοχείο από πλεξιγκλάς. Συμμετρική, εξαγνισμένη, υπέροχη!

Ακολούθησε αυτό που οι εφημερίδες ονόμασαν «Κυβομακελειό του '24». Τότε ήμουν ασταμάτητος. Ακούραστος. Αδάμαστος. Με το έργο μου πάλεψα σκληρά για το καλό των κατοίκων του Boxhall. Προσπάθησα πολύ. Να εξηγήσω. Να διδάξω. Να εξυψώσω. Να εγκυβωτίσω τη δυστυχία τους σε κάτι σταθερό. Μια αξία αναλλοίωτη. Μια τάξη θεϊκή. Μα η πόλη είναι τεράστια και όσες βελτιώσεις κι αν έκανα, το χάος πάντα νικούσε. Κανένας δεν καταλάβαινε. Ήταν ανίκανοι να σκεφτούν έξω απ’ το κουτί για να μπορέσουν να δουν τον κύβο. Είχα αρχίσει να νοιώθω μόνος. Κουρασμένος. Ηττημένος. Ένας ευεργέτης, ένας ήρωας εις τον κύβο που είναι έτοιμος να παραδοθεί. 

Τότε ήταν που μπήκε στη ζωή μου η Marion . Αρχιτέκτονας, επιμελήτρια εκθέσεων που σχεδιάζει χώρους "Εμπειρίας Μέσω Ακαταστασίας". Μεγάλα στρογγυλά γαλάζια μάτια, μαλλιά λυτά όλο μπούκλες, κρίκοι στ’ αυτιά, ατελείωτα βραχιόλια να κουδουνίζουν γλυκά στους καρπούς της. Φωνή μελωδική, που στρογγύλευε τα φωνήεντα στο τέλος κάθε πρότασης. Γυναίκα καμπύλη. 

Η θέρμη της με κύκλωσε. Κάθε στιγμή που βρισκόμουν κοντά της ένοιωθα όμορφος, σαν να περιβάλλομαι από μια σφαίρα γοητείας, μια σφαίρα που ακτινοβολεί φως. Η σκέψη μου έλιωνε κοντά στην θέρμη της, έχανε την οξύτητά της, οι ακμές μου αμβλύνονταν, η σκληρότητά μου υποχωρούσε. Ήμουν κενός, ήμουν διάτρητος και μέσα από τις τρύπες μου εισέβαλε βίαια εκείνη.  

Προσπάθησα να της μιλήσω, να εξηγήσω, να αντισταθώ. Εκείνη μου αντιμίλαγε με ολοστρόγγυλα φωνήεντα, με καμπύλα χαμόγελα. Την κοίταζα να πετά τις λέξεις σαν μπάλες στον αέρα, να τις πιάνει και να τις ξαναπετά. Κι οι μπάλες γίνονταν σφαίρες και με χτύπαγαν, με απιδομούσαν, με διέλυαν.

Ρουφάω το γκρίζο της πόλης. 17:32. Η σκιά μετατοπίστηκε. Άλλαξε σχήμα. Οι ορθές γωνίες τσαλακώθηκαν. Στέκομαι στη μέση αυτού που πια δεν είναι η αυλή μου. Ένα βρωμερό οικόπεδο. Βαθιά τα χέρια στις τσέπες μου, αγγίζω δύο μικρούς κύβους, δεμένους με λαστιχάκι. Ένα στολίδι για μαλλιά. Δεν το δέχτηκε ποτέ. Ισχυριζόταν γελώντας πως το χάος του κεφαλιού της δεν επιδέχονταν βελτίωση. Κι όμως…

 Εισπνέω μέχρι το γκρίζο να ποτίσει και το τελευταίο κύτταρο μου. 


Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

Ο Ανάποδος Κύβος


Στο Palm Beach ήταν ένα τυπικό καλοκαιρινό απόγευμα: Ομπρέλες στην παραλία, παιδιά να φτιάχνουν κάστρα στην άμμο, θαλασσινή αύρα και μυρωδιά αντιηλιακού. O ήχος όμως από τις ρακέτες είχαν αρχίσει να εκνευρίζουν την Σούζαν Μπένετ. 
-Συγνώμη, μπορείτε να παίξετε λίγο πιο πέρα; Ρώτησε το ζευγάρι που έπαιζε ρακέτες κατεβάζοντας τα μεγάλα μαύρα γυαλιά της. Και οι δυο την κοίταξαν  με μισό μάτι και μόλις απομακρύνθηκαν έπιασε το ενεργειακό κρύσταλλο που κρεμόταν από το λαιμό της για να αποβάλλει την αρνητική ενέργεια. 
Η Σούζαν Μπένετ, μια εύπορη μεσοαστή, αποφάσισε στα 62 της να δει διαφορετικά τη ζωή μετά το πρόσφατο διαζύγιο της. Μετακόμισε σε ένα άνετο ρετιρέ στο Metropolitan και άρχισε να ασχολείται με τον διαλογισμό, τους ενεργειακούς κρυστάλλους και τις μαντικές τέχνες. Δεν άφηνε τίποτα να χαλάσει την ενέργεια της, εκτός ίσως από τον μονότονο θόρυβο που έκανε η μπάλα πάνω στις ρακέτες.
Κάθισε αναπαυτικά στην ξαπλώστρα της και συνέχισε να διαβάζει με ενδιαφέρον το βιβλίο της  «Οι Κύβοι της Μοίρας και η ερμηνεία τους». 

“Οι Κύβοι της Μοίρας είναι από τις πιο ισχυρές μαντικές τέχνες διότι έρχονται σε συντονισμό με τις συμπαντικές ενέργειες και την ενέργεια του χρήστη τους. Αποτελούνται από 6 ζάρια όπου σε κάθε πλευρά τους έχουν και ένα σύμβολο. Η ερμηνεία τους αποτελεί ένα σημαντικό κλειδί για την κατανόηση του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Γι’ αυτό ακριβώς η ερώτηση που θα κάνει ο ενδιαφερόμενος, θα πρέπει να εκφράζεται με απόλυτη σαφήνεια. 
Κλείστε τα μάτια σας, σφίξετε τους Κύβους της Μοίρας στα χέρια σας και κάντε μια ερώτηση…”

Η Σούζαν έκλεισε τα μάτια της και κάτι ψιθύρισε από μέσα της.

Ρίξετε τα δυο πρώτα ζάρια που αντιπροσωπεύουν το παρελθόν

Ρίχνει τα ζάρια και βλέπει τα σύμβολα. 

Άνισος Κύβος: Συμβολίζει την σύγχυση, την αβεβαιότητα, τα μπερδέματα, τις σκοτούρες. 
Σπαθί του Κύβου: Συμβολίζει την πρόκληση, την δοκιμασία, η στιγμή για δράση”

-Μα φυσικά… μονολόγησε με μια μελαγχολία στο βλέμμα της. Δεν ήταν άλλωστε εύκολο το διαζύγιο. Ρίχνει άλλα δυο ζάρια που αντιπροσωπεύουν το παρόν. Κοιτάει το βιβλίο για την ερμηνεία.


Kύβος του Φωτός: Λύση, αποκάλυψη, ανακάλυψη. 
 Κύβος της Ευλογίας: Θετική εξέλιξη, προστασία, εύνοια.”


Έριξε ένα πλατύ χαμόγελο. Όλα τα έβρισκαν πια οι Κύβοι της Μοίρας, ήταν στην καλύτερη φάση της ζωής της. Τα δυο τελευταία ζάρια ήταν για το μέλλον. 

Ανάποδος Κύβος: Συμβολίζει Κρίση, Απώλεια, Αιφνίδιο Τέλος, Θάνατος.”

H Σούζαν άλλαξε χρώμα. Ένα ξαφνικό αεράκι έριξε την ομπρέλα της και με μια απότομη κίνηση ίσα-ίσα πρόλαβε να μην πέσει στο κεφάλι της. Οι Κύβοι της Μοίρας ήταν ξεκάθαροι: Κινδυνεύει η ζωή της. Το καλύτερο που είχε να κάνει είναι να επιστρέψει στο σπίτι της. Μέσα σε λίγη ώρα τα είχε μαζέψει όλα κακήν κακώς και καθώς έτρεχε στην άμμο, έσπασε η παντόφλα που φόραγε και παρ’ολίγον να πέσει με τα μούτρα.  Οι ενέργειες του σύμπαντος είχαν ξεκάθαρα αλλάξει, σίγουρα φταίει αυτό το αντιπαθητικό ζευγάρι με τις ρακέτες. Ευτυχώς που οι Κύβοι της Μοίρας αποκάλυψαν τα πάντα. Γι’ αυτό αποφάσισε πως καλύτερα θα ήταν να μην οδηγήσει, με τις αρνητικές ενέργειες που την περικυκλώνουν σίγουρα θα είχε κάποιο ατύχημα. Θα ήταν καλύτερα να πάει με ταξί και να πει στον γιο της να έρθει να πάρει εκείνος το αμάξι. Στάθηκε στην άκρη του δρόμου και έκανε νόημα στο πρώτο ταξί που ερχόταν. Ο Ταξιτζής που είδε τελευταία στιγμή το σήμα, έκανε ένα απότομο φρενάρισμα και έπεσε πάνω της.
Όταν ξύπνησε η Σούζαν βρισκόταν στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου με το πόδι της ψηλά μέσα σε γύψο.
-Μαμά, είσαι καλά; Είπε ο γιος της φανερά ανήσυχος.
-Ναι… Οι αρνητικές ενέργειες παιδί μου… Οι αρνητικές ενέργειες….

Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

The Box Files #5 - Ποτέ μη λες ποτέ

 


Γράφει: Monica


Η Μόνικα είναι μόνη της στο Μουσείο. Κάποια στιγμή ακούει το ρολόι του τοίχου. Χτυπάει μια φορά. Κοιτάει έξω από το παράθυρο του γραφείου της. Βρέχει πολύ σήμερα. Είναι τόσο ήσυχα αυτή την ώρα στο Μουσείο. Συνήθως της αρέσει να δουλεύει μόνη της . Βέβαια δεν έχει και άλλα ενδιαφέροντα . Γι' αυτό σε κανέναν δεν κάνει εντύπωση ότι είναι μια τα μεσάνυχτα και εκείνη μπορεί να εργάζεται πάνω σε ένα πρότζεκτ όταν σχεδόν όλοι είτε κοιμούνται ,είτε διασκεδάζουν σε κάποιο σπίτι ή σε κάποιο μπαρ. Ποτέ δεν ήθελε πολλά πολλά με κανέναν. Ιδιαίτερα μετά από τα επτά της που ξύπνησε μέσα στο Μουσείο και με ένα σημείωμα στην τσέπη της με σημείωση “ Να διαβαστεί από την αστυνομία” . Οι γονείς της την είχαν εγκαταλείψει και ζητούσαν από την αστυνομία να βρει μια καλή οικογένεια να την μεγαλώσει. Ευτυχώς βρέθηκε ο Πίτερ. Ο ιστορικός της πόλης. Ήταν ο καλύτερος πατέρας που μπορούσε να έχει. Της πέρασε το πάθος του για την ιστορία . Την έπαιρνε μαζί του σε ταξίδια αφού ήταν τόσο διάσημος που τον καλούσαν σε όλα τα μέρη του κόσμου για να μεταδώσει τις γνώσεις του και τις δικές του εκδοχές για σημαντικές στιγμές της ανθρωπότητας. Έτσι σπούδασε και αυτή Ιστορία και της άρεσε να ερευνά τα βαθύτερα αίτια που προκάλεσαν ένα ιστορικό γεγονός. Όλοι την θαύμαζαν για τις γνώσεις της αλλά και για την ιδιαίτερη ομορφιά της. Πράσινα μάτια με καστανόξανθα μαλλιά. Σχεδόν 1.80 . Πολλοί την ήθελαν δίπλα τους αλλά εκείνη προτιμούσε μικρές εφήμερες σχέσεις. Δεν ήθελε να κάνει οικογένεια διότι πάντα είχε την ιδέα ότι ίσως και αυτή κάποια στιγμή εγκατέλειπε το παιδί της όπως οι γονείς της. Ένα δάκρυ κύλησε και μούσκεψε το ανοιχτό βιβλίο. Άρχισε πάλι να διαβάζει. ”Πολλοί κάτοικοι του Boxhall εγκατέλειψαν τα παιδιά τους πριν από τριάντα χρόνια. Ακόμη και σήμερα μυστήριο καλύπτει αυτή την απόφαση τους”. Εδώ και δύο χρόνια ερευνά το συγκεκριμένο θέμα. Όσο μεγαλώνει της γίνεται εμμονή. Έχει πάρει συνεντεύξεις από πολλούς πολίτες που εγκαταλείφθηκαν. Το παράδοξο είναι ότι όλοι έχουν ένα κοινό. Την ηλικία που έμειναν μόνοι τους. Αριθμός επτά. Το τηλέφωνο χτυπάει. “ Καλησπέρα σας κυρία Αndrews . Το πρωί πετάτε για την πόλη Leux. Στης 6.00 το πρωί θα σας πάω στο αεροδρόμιο “ Ήταν ο σοφέρ της. Γύρισε και κοίταξε την βαλίτσα της. Θα πήγαινε για δύο μέρες. Είχε μια πληροφορία που ίσως της έδινε απαντήσεις για την έρευνα της.

Στης 12.00 το μεσημέρι θαύμαζε την θέα από την Κρυστάλλινη Αψίδα. Όλο το Leux στα πόδια της. “ Καλημέρα σας κυρία Andrews. Είμαι το ραντεβού σας” Γύρισε και τον κοίταξε. Ένας ψηλός άνδρας γύρω στα εξήντα με μάτια που το χρώμα τους

της θύμιζε τα δικά της. Πράσινο. Για μια στιγμή ανατρίχιασε και παραπάτησε από την συγκίνηση. Ήταν ο …Όχι ..όχι δεν μπορεί… Ήταν …ο. Ο άντρας την ώρα που την έπιασε για να μην πέσει κάτω της ψιθύρισε “ Γλυκό  μου , αγαπημένο μου κορίτσι !! Εγώ είμαι . Καλά το κατάλαβες ο μπαμπάς σου. “ Την έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά του και την φιλούσε συνέχεια σε όλο το πρόσωπο.” Μπαμπά θα τρελαθώ. Δεν είναι αλήθεια. “ Έκατσαν στην καφετέρια της Αψίδας. Άρχισε να της εξηγεί γιατί εξαφανίστηκαν ή μάλλον ήταν υποχρεωμένοι διότι αυτή ήταν η συμφωνία με το Βoxhall. Ήταν θύματα του Μεγάλου Πολέμου. Έπρεπε να εγκαταλείψουν τον τόπο τους αλλιώς θα πέθαιναν. Τότε κάποιοι στρατιωτικοί μαζί με τον ιστορικό Πίτερ Andrews συγκέντρωναν οικογένειες που τα παιδιά τους ήταν 2 χρονών και μοναχοπαίδια. Ο Πίτερ εξηγούσε ότι θα μείνουν όλες οι οικογένειες στο Βoxhall ,το οποίο είχε ανάγκη από παιδιά . Οι περισσότεροι που ζούσαν εκεί κατά περίεργο τρόπο δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν. Έτσι στην ηλικία των επτά που θα μπορούσαν να θυμούνται τα παιδιά τους γονείς τους και πολλές λεπτομέρειες από την παιδική ηλικία τους θα τα άφηναν και θα έφευγαν. “ Ήταν η δική μας θυσία .Ήταν ο μόνος τρόπος να σε σώσουμε από αυτή την κόλαση. Ο Πίτερ μας στέλνει φωτογραφίες και βίντεο όλα αυτά τα χρόνια. Είμαστε πολύ περήφανοι για σένα. Αυτός κανόνισε να βρεις και την φθαρμένη βιντεοκασέτα με εμένα να στέκομαι εδώ πάνω και να λέω ,ότι αν θέλεις πληροφορίες ψάξε με , με το όνομα Φρανκ Σπένσερ. Θα σε περιμένω εδώ.” Την άφησε επίτηδες στο αποθηκάκι του κήπου του ,όπου ξέρεις ότι φυλάει παλιά αρχεία από την δουλειά. Δεν άντεχε να σε βλέπει να βασανίζεσαι. Σε αγαπάει πολύ. Απλά η συμφωνία είναι αγάπη μου…”. “ Η συμφωνία είναι να μην το μάθει κανείς στο Βoxhall “ . Άκουσε την γνώριμη φωνή του Πίτερ ,ο οποίος συνέχισε “Σ' αγαπώ πολύ. Μπορείς να μείνεις  εδώ πια με τους γονείς σου. Απλά το Βoxhall έχει την ανάγκη να μείνει έτσι όπως είναι. ” . Η Μόνικα δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Τον αγαπούσε πολύ τον Πίτερ. Αλλά πιο πολύ αγαπούσε το Boxhall. Έτσι συμφώνησε να βλέπει τους γονείς της οπότε ήθελε και να συνεχίσει να ζει και να εργάζεται στην πόλη που της έσωσε την ζωή. Είναι το καταφύγιο της και οι γονείς με τον Πίτερ είναι οι σωτήρες της. Ως ιστορικός ξέρει ότι ο πόλεμος είναι η πιο απάνθρωπη πλευρά του ανθρώπινου είδους. Στην ουσία χαίρεται που υπάρχει το Boxhall. Κράτησε το κοινό μυστικό τους . Με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη της ,μετά από μια εβδομάδα από την ανακάλυψη της αλήθειας , κάθεται πάλι στο γραφείο της στο Μουσείο ερευνώντας ένα νέο ιστορικό γεγονός και κοιτάζει από το παράθυρο την βροχή. Κοιτάζει το ρολόι του τοίχου. Είναι μία τα μεσάνυχτα.